Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ο κ.Γιανναράς και η προτροπή του για αντικατάσταση του Εθνικού Ύμνου

 Πριν παραθέσουμε ολόκληρο το εξαιρετικό κείμενο του κ.Σάββα Παύλου, επιλέξαμε 2 χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

"Θυμάμαι το σχόλιο όταν αναρτήθηκε για πρώτη φορά  η κυπριακή σημαία στη νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία, πριν από πενήντα χρόνια περίπου:
Να μια σημαία για την οποία κανένας δεν πρόκειται να θυσιαστεί. Και πράγματι ουδείς έπεσε γι’ αυτή."



 "Όπως οι νεαροί μεγαλώνουν εικονικά ηλεκτρονικά ζώα και αξιολογούνται αν φέρθηκαν σωστά, όπως οργανώνουν και οργώνουν περιβόλια και φυτείες στη ξεραΐλα της ηλεκτρονικής εικονικής πραγματικότητας, όπως ζουν μια δεύτερη ζωή, μια εικονική ζωή μέσα από το ιντερνέτ, με εικονικές σχέσεις, ψεύτικα επαγγέλματα και δήθεν σπίτια, έτσι και ο Γιανναράς πάτησε το delete στον ηλεκτρονικό υπολογιστή για την ιστορική πραγματικότητα που βίωσε ο ελληνισμός τα τελευταία διακόσια χρόνια και δημιουργεί μια άλλη, εικονική. Χωρίς εθνικό κράτος, χωρίς Κοραή, χωρίς Εκκλησία της Ελλάδας, λες και βρισκόμαστε στο 1760 μ. Χ."

Διαβάστε το, ειλικρινά ΑΞΙΖΕΙ:



Μόνο το «Σε γνωρίζω από την κόψη αντιστέκεται ακόμη». Γιατί, παρά το κοινή αναφορά και τη συνεχή ανάκρουσή του -είναι ο εθνικός ύμνος των Ελλήνων- όμως αντιστέκεται στη μετατροπή του σε κάτι ακίνδυνο και εύπεπτο, την ώρα που κείμενα, τα οποία υποβλήθηκαν ως ρηξικέλευθα, επαναστατικά και ανατρεπτικά, έχουν λειανθεί και  ενσωματωθεί στο αγοραίο και το κοινόχρηστο. Αντιστέκεται ακόμη, γιατί θέλει όψη που θεωρεί με αποφασιστικότητα, έτοιμη και θαρραλέα και, ακόμη, κόψη. Κόψη του σπαθιού. Είναι ο ύμνος στην Ελευθερία και η στράτευση του δεν είναι διατεταγμένη από κάποιο επιτελείο, είναι ελεύθερη επιλογή του συλλογικού αγώνα από το πρόταγμα του ελεύθερου προσώπου.

Έχετε διαβάσει τα λόγια από τους εθνικούς ύμνους άλλων χωρών; Ο υποφαινόμενος κατάφερε να εντοπίσει και να διαβάσει τους στίχους πάνω από εκατόν άλλων εθνικών ύμνων. Σ’ αυτούς  έντονα τονίζεται ότι: Ο λαός τους είναι ο πιο σημαντικός, Το έθνος τους είναι γενναίο, Να μας φοβάστε, Η χώρα μας είναι η καλύτερη, Ο Θεός σώζοι τη βασίλισσα, Ο Θεός ευλογεί τον σουλτάνο, Ο Θεός είναι μεγάλος, Θεέ υπερασπίσου τη χώρα, Η χώρα μας είναι υπεράνω όλων, Αλλοίμονο σε όσους τολμήσουν να μας αντιπαραταχθούν, Είμαστε ο στρατός του θεού και της χώρας. Αυτά και άλλα παρόμοια. Ο Εθνικός Ύμνος των Ελλήνων παραμένει αξεπέραστος με τα πιο καίρια και ευσύνοπτα λόγια, είναι  Ύμνος στην Ελευθερία.

Ο κ. Χρήστος Γιανναράς, μέσα στο πνεύμα των καιρών, την εποχή των λάιτ τροφίμων και σοφτ προϊόντων, προτείνει μια λάιτ και σοφτ εκδοχή εθνικού ύμνου, το Τσάμικο των Χατζηδάκι-Γκάτσου.[1] Θυμάμαι το σχόλιο όταν αναρτήθηκε για πρώτη φορά  η κυπριακή σημαία στη νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία, πριν από πενήντα χρόνια περίπου: Να μια σημαία για την οποία κανένας δεν πρόκειται να θυσιαστεί. Και πράγματι ουδείς έπεσε γι’ αυτή. Αν, λοιπόν, υπάρχουν ακόμη συλλογικά οράματα στους Έλληνες και προσδοκίες, προτάγματα και αξίες που επιβάλλουν συστράτευση, αγώνες και θυσίες, τότε θα έλεγα παρομοίως: Αυτό που προτείνει ο κ. Γιανναράς είναι ένας εθνικός ύμνος για τον οποίο κανένας δεν πρόκειται να θυσιαστεί.

Όλες οι ουσιώδεις αλλαγές στη ζωή των λαών έγιναν όταν οι άνθρωποι ήσαν σίγουροι για μερικά πράγματα, τα οποία πίστευαν με θέρμη και ήσαν έτοιμοι να αγωνιστούν γι’ αυτά, και την ίδια ώρα απέρριπταν άλλα, που ήθελαν να κατεδαφίσουν και να εξαφανίσουν. Όλες οι μεγάλες αλλαγές έγιναν μέσα σε μια εκδίπλωση ψυχών και κινημάτων υπέρ κάποιων θέσεων και εναντίον άλλων. Γιατί όταν όλα είναι αδιαμφισβήτητα και παραδεκτά εκείνος που κερδίζει είναι η εξουσία και όταν όλα είναι υπό ακύρωση εκείνος που κερδίζει είναι πάλιν η εξουσία αφού έχει το μόνο αμετακίνητο, σε όλη αυτή την έκπτωση και φθορά:  τη δύναμη και τον πλούτο.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες της πλήρους διάλυσης των πάντων, προστρέχει και ο κ. Γιανναράς για να χτυπήσει και ένα από τα τελευταία στηρίγματα της συλλογικής συνείδησης στην Ελλάδα: τον Εθνικό Ύμνο. Γιατί πια και ο κ. Γιανναράς, παρά τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, δεν είναι παρά μέρος του προβλήματος. Γιατί η μαγκιά σήμερα είναι να πεις κάποια πράγματα χιλιοειπωμένα, να τονίσεις κάποια απλά πράγματα, έστω και αν φαίνεσαι ανιαρός. Να λες τα ίδια, ξανά και ξανά, τα ίδια απλά πράγματα, που είναι αλήθεια όμως, η αλήθεια της εποχής και του τόπου μας. Ναι, η Ελλάδα θα βοηθηθεί αυτή την περίοδο κρίσης αν οι καθηγητές και οι δάσκαλοι αφιερώνουν μια ώρα την ημέρα περισσότερο για να προετοιμάσουν καλύτερα τα μαθήματά τους για το σχολείο, αν επισκέπτονται τα βιβλιοπωλεία και αγοράζουν δύο νέα βιβλία τον μήνα, αν οι γονείς αφιερώνουν μια ώρα την ημέρα στα παιδιά τους, αν αφήσουν τα λάιφ στάιλ πρότυπα και τις ηλίθιες καταναλωτικές μανίες. Αν οι πανεπιστημιακοί της Ελλάδας μελετήσουν λίγο παραπάνω και αφήσουν τις ιδεοληψίες και την επαρχιώτικη και άκριτη παραδοχή κάθε εκπορευόμενης από αμερικανικά πανεπιστήμια θεωρίας. Αν οι Έλληνες κόντρα στις αλλεπάλληλες μόδες που θέλουν πάντα καινούργια «προϊόντα», μνημονεύουν συνεχώς Όμηρο και προσωκρατικούς, τραγικούς και Θουκυδίδη, τη λειτουργία της Μεγάλης Παρασκευής και τη λειτουργία της Αναστάσεως, Σολωμό και Κάλβο, Παπαδιαμάντη και Καβάφη. Αυτά και άλλα απλά πράγματα είναι τα σημαντικά, όμως ο κ. Γιανναράς, μέσα στη μόδα που διέλυσε τα πάντα, θέλει να πει κι αυτός την ατάκα του, το πιασάρικο, το εκκωφαντικό, το εντυπωσιακό, να πετάξει το πυροτέχνημά του και ο ίδιος, όπως μας συνήθισαν στις εκπομπές-τηλεοπτικά σκουπίδια οι γνωστοί εμφανιζόμενοι. Γιατί όχι, σε διάφορες χώρες χιλιάδες δηλώνουν οπαδοί της θρησκείας «Ιππότες Τζεντάι», από την ταινία Ο πόλεμος των άστρων του Τζ. Λούκας, αύριο θα γίνει και άλλη θρησκεία με τίτλο «Οι φύλακες του τζουράσικ παρκ». Ένας εκβρεφισμός σκέψεων και αισθημάτων με κέντρο το τηλεοπτικά και ηλεκτρονικά παράγωγα.

Μέσα σ’ αυτά τα δεδομένα και ω της εκλάμψεως! ο κ. Γιανναράς διατυπώνει τη θεωρία της ανανέωσης και της σωτηρίας, βγάζει από τη τσέπη του τη συνταγή: Να αλλάξουμε τον Εθνικό Ύμνο. Ρηξικέλευθη και πρωτότυπη ιδέα!!! Σε λίγο θα ακολουθήσουν και άλλοι, με παρόμοιες προτάσεις. Οι ομιλούντες θα κάνουν την εισηγητική τους πιρουέτα, αυτοθαυμαζόμενοι για τα έξυπνα και πρωτότυπα που προτείνουν, τα βεγγαλικά που εκτοξεύουν.   Γιατί να λέγεται η χώρα Ελλάδα; Όλα θα πάνε καλύτερα αν την ονομάσουμε Γραικία, ή Δαναϊδα, η Βαλκανιστάν. Κι άλλοι θα προτείνουν Ρωμανία, ή Αιμική, ή Γλου-γλου. Πρωτότυπες πράγματι ιδέες, και οι Έλληνες τι ωραία αν αλλάξουν κι αυτοί όνομα και λέγονται Γιουνανιστές, ή Δάρδανοι, ή Γλου-γλουιστές! Πρωτόφαντα πράγματα, απορείς κανείς πως δεν τα είχαμε σκεφτεί τόσον καιρό. Μα και η σημαία. Τι είναι αυτό το σύμβολο, και πόσο καιρό το ίδιο; Θα ήταν πιο πρωτότυπη αν είχε έναν υπολογιστή στη μέση, η έναν πύραυλο (μια πράγματι καινοτόμος ιδέα που μας συνδέει με τους σύγχρονους καιρούς) ή ακόμη και πολλά άλλα όλα μαζί, το μισοφέγγαρο και το άστρο του Δαβίδ και το σπαθί άλλων χωρών, να σωθούμε μέσα στον πολυπολιτιστικό πολτό.

Τον εθνικό ύμνο τον έψελναν μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα, άφοβα, λίγα δευτερόλεπτα πριν ακουστεί το «πυρ» των κατακτητών, πολλοί μελλοθάνατοι στη γερμανική κατοχή, ή οι ήρωες του κυπριακού έπους (1955-59) ενώ οι Άγγλοι αποικιοκράτες ετοίμαζαν τις θηλιές της αγχόνης, τον τραγουδούσαν μυστικά οι υπόδουλοι, τον είπαν άτομα και συλλογικές εκφράσεις σε τελετές και κηδείες, σε γιορτές και ώρες αγώνα και ψυχικής ανάτασης.  Ενάμιση αιώνας εθνικής ζωής και συλλογικού βίου, ταυτισμένων και αδιάλυτα δεμένων με τον Ύμνο στην Ελευθερία είναι ένα μηδενικό μπροστά στη ιδιοτροπία του Αθηναίου διανοουμένου που θέλει να τον αλλάξει, και πατά το κουμπί της διαγραφής, αλλιώς  delete.

Η συνεισφορά του κ. Γιανναρά ήταν σημαντική όταν έκρινε εκδηλώσεις του νεοελληνικού βίου, του μιμητισμού και των καταναλωτικών προτύπων, της ημιμάθειας και του λάιφ στάιλ, όμως κάποια στιγμή κατίσχυσε στη σκέψη του η εικονική πραγματικότητα των ηλεκτρονικών τεχνημάτων. Όπως οι νεαροί μεγαλώνουν εικονικά ηλεκτρονικά ζώα και αξιολογούνται αν φέρθηκαν σωστά, όπως οργανώνουν και οργώνουν περιβόλια και φυτείες στη ξεραΐλα της ηλεκτρονικής εικονικής πραγματικότητας, όπως ζουν μια δεύτερη ζωή, μια εικονική ζωή μέσα από το ιντερνέτ, με εικονικές σχέσεις, ψεύτικα επαγγέλματα και δήθεν σπίτια, έτσι και ο Γιανναράς πάτησε το delete στον ηλεκτρονικό υπολογιστή για την ιστορική πραγματικότητα που βίωσε ο ελληνισμός τα τελευταία διακόσια χρόνια και δημιουργεί μια άλλη, εικονική. Χωρίς εθνικό κράτος, χωρίς Κοραή, χωρίς Εκκλησία της Ελλάδας, λες και βρισκόμαστε στο 1760 μ. Χ.

Όμως ο διανοούμενος πρέπει να απευθύνεται σε πραγματικούς ανθρώπους και στις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής τους, να προτείνει για το παρόν και το μέλλον με βάση τα υπάρχοντα, συγκεκριμένα και χειροπιαστά, σύμφωνα με την ιστορική διαδρομή που διένυσε ένας λαός. Η ατμομηχανή της Ιστορίας ήθελε εθνικά κράτη, οι Έλληνες τα κατάφεραν, έστω και κουτσουρεμένα, και αλλοίμονο τους αν δεν τα κατάφερναν να επιβιβαστούν στην αμαξοστοιχία της Ιστορίας, θα είχαν την τύχη των Λαζών, των Πομάκων, των Σαμαρειτών και εκατοντάδων άλλων εθνοτήτων. Η σημερινή ατμομηχανή της Ιστορίας οδηγεί στη δημιουργία υπερεθνικών ενοτήτων, οι Έλληνες εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τι πρέπει να γίνει από δω και πέρα είναι το ζητούμενο, πως θα πορευτούν, με ποια προτάγματα και αξίες, πως θα φερθούν και συνδιαλεχθούν και τι θα ενισχύσουν ή απορρίψουν, είναι τα ερωτήματα. Και οι απαντήσεις είναι απλές και χειροπιαστές, φτάνει να τις εννοούμε και να τις πραγματοποιούμε.

Μέσα σ’ όλο αυτόν τον κυκεώνα, τη στιγμή που  κατακλυζόμαστε από θέαμα και προϊόντα και μόδες και πιασάρικα πράγματα η μόνη απάντηση είναι η επιμονή, το πείσμα και το γινάτι σε μερικά χειροπιαστά πράγματα, σε μερικές απλές αλήθειες και σε μερικά θεμελιώδη προτάγματα. Γιατί η ιστορία της μεταπολιτευτικές Ελλάδας χαρακτηρίζεται από το εξής εκπληκτικό: Αναρίθμητοι οι μάγκες που δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους, ο κατά τετραγωνικό χιλιόμετρο αριθμός των αμφισβητιών, των ανατρεπτικών, των ανανεωτών, των επαναστατών, των ρηξικέλευθων, των πρωτότυπων, των κινηματιών, ήταν ο μεγαλύτερος από όλες τις χώρες του πλανήτη. Και όλοι αυτοί δεν έφτιαξαν παρά το μεταπολιτευτικό έλος. Το χορό σέρνει τώρα με το Τσάμικο και ο κ. Γιανναράς, κι αυτός με μια ρηξικέλευθη ιδέα μας βυθίζει περισσότερο στο μεταπολιτευτικό βούρκο.
Σάββας Παύλου

[1] ) Χρήστος Γιανναράς, Ποια τα σημάδια του καινούργιου, εφ. Η Καθημερινή, Αθήνα, 17 Ιουνίου 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια: