Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Εκκλησία "φολκόρ" - Εκκλησία "ηθικής" -Εκκλησία "κοινωνικής προσφοράς"? Η μήπως κάτι ουσιαστικότερο?

Τι θέλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας;

αποσπάσματα
άρθρου Tου Μητροπολίτη Μόρφου Νεοφύτου

Η πρόταση του Μητροπολίτου Λεμεσού Αθανασίου προς το Υπουργείο Παιδείας για κατασκευή εξομολογητηρίων ή προσευχηταρίων στα σχολεία αναμόχλευσε και πάλι μια συζήτηση στην οποία πρωταγωνιστές ήταν κυρίως κάποια γνωστά άκρα της κοινωνίας μας: Από τη μια οι υπέρμαχοι της κοινωνικής ηθικής, που με όπλο τη θρησκεία θέλουν «να σώσουν τη νεολαία που χάνεται»· από την άλλη όλοι εκείνοι που κατατρύχονται από ενοχές απέναντι σε ο,τιδήποτε σχετίζεται με την ταυτότητα αυτού του λαού και κηρύσσουν σταυροφορίες ενάντια στο «σκοταδισμό» και τον «βυζαντινό μεσαίωνα», αναμασώντας συνέχεια τη τσίχλα της «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» και της «ανεξίθρησκης Ευρώπης».

Δεν θα ήθελα να επεκταθώ εδώ στην ίδια την πρόταση του Μητροπολίτου Λεμεσού. Θα αρκεστώ μόνο στην παρατήρηση ότι η εξομολόγηση στα σχολεία, όπως και ο εκκλησιασμός, η προσευχή, οι εικόνες, και γενικά ο ορθόδοξος προσανατολισμός της παιδείας μας, είναι μια πραγματικότητα που έχει ιστορία αιώνων. Αθόρυβα και εθιμικώ τω τρόπω, η Εκκλησία ήταν και είναι παρούσα στο σχολείο. Όχι όμως ως ξένο σώμα (του οποίου η παρουσία χρειάζεται να κατοχυρωθή θεσμικά, αλλά όντας μέρος της ταυτότητας των μαθητών, των γονέων, των εκπαιδευτικών. (...)

Και για να προλάβουμε όσους θα σπεύσουν να μας κατακεραυνώσουν εν ονόματι της ελευθερίας της συνείδησης: φυσικά και γνωρίζουμε — και μάλιστα από πρώτο χέρι — ότι υπάρχουν παιδιά άλλων θρησκευμάτων στο σχολείο. Ή ακόμα και παιδιά που δηλώνουν άθεοι, ή που ανήκουν σε αιρέσεις. Αλλά αυτό ουδέποτε απετέλεσε πρόβλημα, ουδέποτε δημιούργησε προστριβές. Για τον απλούστατο λόγο, ότι η κλήση που εκπέμπει η Εκκλησία, η δυνατότητα που προσφέρει στον οποιοδήποτε άνθρωπο, συνοδεύεται πάντα από το «όστις θέλει»! Επομένως δεν αναιρεί, ούτε κρίνει, τις επιλογές κανενός. Αντίθετα τις σέβεται και επιδιώκει να παραμείνουν τέτοιες, δηλαδή ελεύθερες. (Και από προσωπική εμπειρία μπορώ να διαβεβαιώσω η Εκκλησία έχει έναν πολύ ουσιαστικό διάλογο μέσα στα σχολεία, ακόμα και με αυτά τα παιδιά που δεν ανήκουν ή δηλώνουν ότι δεν ανήκουν στην Εκκλησία).

(...) είδαμε τη συζήτηση να εξελίσσεται σε μια αντιπαράθεση μεταξύ των δύο άκρων που αναφέραμε πιο πάνω: από τη μια οι υπέρμαχοι της «παράδοσης», της «κοινωνικής τάξης», της «χρησιμότητας» της Εκκλησίας· από την άλλη οι «εκσυγχρονιστές» που κήρυξαν πόλεμο στο «βυζαντινό φανατισμό», στη «φανατική προσκόλληση στα θρησκευτικά δόγματα», στην «πολιτισμική καθυστέρηση».

(...)
Ο καθένας λοιπόν θέλει την Εκκλησία στα μέτρα του. Για κείνους που βλέπουν τον Χριστιανισμό ως μέρος της ένδοξής μας ελληνοχριστιανικής παράδοσης, η Εκκλησία είναι το άρτυμα που νοστιμίζει το πανώριο πιάτο του έθνους. Για όσους μεγάλωσαν με ηθικούς ψυχαναγκασμούς και θρησκευτικές αγκυλώσεις, η Εκκλησία οφείλει να είναι το φράγμα που θα ανακόψη την πορεία της νεολαίας προς τα ναρκωτικά και την έκλυση των ηθών. Κάτι σαν την αστυνομία δηλαδή. Για άλλους η Εκκλησία πρέπει να έχη μια μετρήσιμη κοινωνική προσφορά, όπως περίπου ένα ευαγές ίδρυμα. Για μερικούς πολιτευόμενους η Εκκλησία είναι αποδεκτή μόνο όταν περιορίζεται στις — φολκλορικές κατά τα άλλα — τελετές της και δεν ανακατεύεται στην κοινωνία. Ακόμα πιο αγαπητή είναι όταν δίνη γενναίες επιχορηγήσεις και εισφορές που πιάνουν τόπο...

Τέλος, για όσους μονοπωλούν τον «εκσυγχρονισμό» και την «πρόοδο», η Εκκλησία θα πρέπη να εξαλειφθή πάραυτα από το χώρο του σχολείου ως σημάδι ενός θλιβερού παρελθόντος, ως κατάλοιπο σωβινισμού και εθνικισμού, εν ονόματι μιας χαζοχαρούμενης παγκοσμιοποίησης. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, πόσο ανιστόρητες μπορούν να είναι οι τοποθετήσεις μερικών αρθρογράφων της κατηγορίας αυτής. Που μιλούν για «ιεροεξεταστές», για «σκοταδιστικό μεσαίωνα», για «θεοκρατισμό», ωσάν να βρισκόμαστε στην Γαλλία του Λουδοβίκου 14ου, ή στη Γερμανία του Λούθηρου.

Ξεχνούν, φαίνεται, ότι είμαστε στην Κύπρο. Και στην Κύπρο όταν μιλούμε για Εκκλησία εννοούμε τον λαό της Κύπρου. Και όταν μιλούμε για τον λαό, εννοούμε την Εκκλησία. Κι ο λαός της Κύπρου δεν αντιμετωπίζει την Εκκλησία σαν θεσμό εξωτερικό προς την κοινωνία, αλλά ως υπόθεση καρδιάς, ως τρόπο βίου, ως πολιτισμό, που εκδηλώνεται μέσα από όλη την ιστορική του παρουσία και επομένως και μέσα από την παιδεία του.

(...)

Η ορθόδοξη οπτική για τον κόσμο δεν είναι μονοσήμαντη, ούτε βλέπει την ταυτότητα ως εμπόδιο στη συνύπαρξη και στην επίτευξη μιας ευρύτερης σύνθεσης. Γι' αυτό επειδή ακριβώς δεν θεωρεί ότι η ιδιαιτερότητα είναι εμπόδιο στην ενότητα, η Εκκλησία,μπορεί, ενώ διακονεί την ταυτότητα, να ανοίγεται ταυτόχρονα και στην ετερότητα. Καλλιεργεί την ταυτότητα όχι ως αιτία χωρισμού αλλά ως πλούτο και ως βάση αλληλογνωριμίας και αγάπης. Και αυτό οφείλει να κάνη και το σχολείο.

Στον «Πολίτη» της Κυριακής, 20 Οκτωβρίου, διάβασα, μεταξύ άλλων σχετικών με το θέμα, και ένα άρθρο του Βουλευτή του ΑΚΕΛ, του αγαπητού Τάκη Χατζηγεωργίου. Μου έκανε πραγματικά εντύπωση η όλη του προσέγγιση, η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ βλέπει την πίστη ως υπόθεση ατομική, ανεξάρτητα από τη Εκκλησία. Δηλαδή μια πίστη που, ενώ θα απευθύνεται σε Εκείνον που ίδρυσε την Εκκλησία και την ωνόμασε σώμα Του, θα Του υπογραμμίζη ταυτόχρονα ότι δεν δέχεται το σώμα Του... Και η ενδιαφέρουσα κατάληξη του άρθρου του αγαπητού Τ. Χατζηγεωργίου: « η πίστη του καθενός είναι πολύ μεγάλη προσωπική υπόθεση για να την αφήσουμε στα χέρια των Μητροπολιτών ». Παρόλο που δεν κατάλαβα ποιοι είναι αυτοί οι αρμόδιοι που αποφασίζουν ν' αφήσουν ή να μην αφήσουν την πίστη του καθενός σε χέρια της επιλογής τους, θα ρωτήσω: Και σε ποιων τα χέρια θα πρέπη να την αφήσουμε άραγε; Μήπως των κομματικών ινστρουχτόρων; Οι ίδιοι οι μαθητές, πάντως, έχουν άλλη άποψη. Παίρνουν το θέμα στα δικά τους τα χέρια. Κι έτσι όταν θέλουν να συζητήσουν βαθειά υπαρξιακά θέματα όπως ο θάνατος, ο έρωτας, η μαγεία, τα ναρκωτικά, η σεξουαλικότητα, ζητούν κατά κανόνα ιερείς και όχι κομματικούς καθοδηγητές.

(...... )


εφημερίδα «Πολίτης» (27.10.2003)

1 σχόλιο:

ο έυελπις είπε...

Άνθρωπος χωρίς θεό είναι καράβι χωρίς λιμάνι. Κάτι σαν πειρατικό δηλαδή. Δεν αντιπροσωπεύει κανένα παρά τον ίδιο του τον εαυτό. Δεν πιστεύει σε θεό, δεν έχει την ορθή συνείδηση, δεν έχει ταυτότητα αλλά ούτε προσανατολισμό.
‘Ένας άνθρωπος με πίστη και θεό δεν ήθελε ποτέ να δει τα παιδιά του πειρατές της κοινωνίας.
Τότε ποιοι είναι αυτοί οι άθεοι που θέλουν την νεολαία μας να είναι απρόσωπη, χωρίς βούληση και αρχές;
(Βλέπετε δεν χρησιμοποιώ τον όρο χριστιανισμός γιατί αυτά αντιπροσωπεύουν όλες τις θρησκείες.)
Και τι θέλουν να κερδίσουν από αυτήν τους την προσπάθεια; Θέλουν τον όχλο, την μάζα που εύκολα παρασύρεται από τις υποσχέσεις, τα ψέματα και από τις ανθρώπινες αδυναμίες και πειρασμούς. Αυτό θέλουν να καταλήξει η νεολαία μας. Η εύκολη λεία και η εύκολη ψήφος που εύκολα πολώνεται και εύκολα φανατίζεται.
ΟΧΙ κύριοι πολύχρωμοι πολιτικάντηδες, ο αθεϊσμός εδώ δεν θα περάσει. Ο νέος έχει δικαίωμα να μάθει, έχει δικαίωμα να ελπίζει.
Και όσο θα έχουμε υγιή νεολαία, ευέλπιδες του Έθνους, τότε θα έχουμε και ελπίδα για μια Κύπρο ελεύθερη ελληνική.